|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καλαντίστρια? — — δασκαλάκος — ανατατικός — αντιβράχιον — μωρολογώ — μαρμαρογλυφία — μετανοιώνω — δακρυρρόη — επαργυρωμένος — άρπαξ — ψηλόλιγνος — βασταγερός — κινέζικος — αστρίμωχτος — κλισίμετρο — λασπομαχία — πλατσουκομύτης — σοφράνο — αραιότητα — μοιρονόμιον — μεσόγεια — σπλαγχνολογία |
|||