|
το эктодерма #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эктодерма? — εκτόδερμα как с (ново)греческого переводится слово εκτόδερμα? — эктодерма — ηλιθιότητα — ηγούμενος — ξεκάρφωμα — βαστάζω — διηθητικός — παιχνιδιάρικος — οργανογόνος — εκκρεμής — κέλευσις — οροσήμανση — αεριομηχανή — αψηλομύτης — ελαφίδαι — λιπαίνω — ξενοκαρπία — πυελονεφρίτιδα — γλοιός — τώρα — αμνησικακώ — ανθρωπάκος — αναρροφητικός |
|||