Новогреческий словарь
ωφελιμισμός
ωφελιμισμός
ο
утилитаризм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
утилитаризм
? —
ωφελιμισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ωφελιμισμός
? — утилитаризм
#
(ново)греческий словарь
—
φαρμακεμπορία
—
πλαταίνω
—
γναφευτική
—
βιομήχανος
—
λόξας
—
βιλάρα
—
ξημερώνομαι
—
συνεισφέρων
—
εισοδιακός
—
πρυμνοδέτης
—
αγοραστός
—
ανθολογικός
—
συγκύριος
—
αναπλαστία
—
χνουδάκι
—
υλοποιούμαι
—
ψαχούλεμα
—
καφεπότρια
—
φλυκταινομαι
—
συστρατιώτης
—
ηθικότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве