Новогреческий словарь
ελεφαντόδους
ελεφαντόδους
(-οντος) ο
слоновый бивень
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
слоновый бивень
? —
ελεφαντόδους
как с
(ново)греческого
переводится слово
ελεφαντόδους
? — слоновый бивень
#
(ново)греческий словарь
—
κολοκυθόσπορο
—
χαλκοτύπος
—
αλτρουιστής
—
δυσπνοϊκός
—
γύμνωμα
—
πλαγιοτροχασμός
—
μεταλλοξείδιο
—
κουνουπάκι
—
ιάσμινος
—
αγενής
—
κεσάτι
—
σεσαγμένος
—
μαυρισμένος
—
μορτίτης
—
σηπτικότητα
—
γαλαροκούδουνο
—
φλούδα
—
αγκαθός
—
ανεμοβροχιά
—
δρεβενίτσα
—
τσατίλας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве