Новогреческий словарь
αυτοβαφή
αυτοβαφή
η
самозакаливание
(о стали)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
самозакаливание
? —
αυτοβαφή
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτοβαφή
? — самозакаливание
#
(ново)греческий словарь
—
συθέμελος
—
λογιωτατισμός
—
εμπυρέας
—
καμφουρά
—
φεγγαροπρόσωπος
—
υποδηματοβιομήχανος
—
ρεύμα μετατόπισης
—
αδιαχώρητο
—
άπρακτος
—
ομοιότυπο
—
βρονταλίδι
—
σουρλουλού
—
μικροθυμία
—
εργοδότις
—
αναμηρυκαστικός
—
αποστρατιωτικοποίηση
—
εκατονταέτις
—
φανοκόρος
—
οχλοκρατία
—
αλήθεια
—
βερολινέζικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве