Новогреческий словарь
άκαρι
άκαρι
(-εως) τό
клещ
(насекомое)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
клещ
? —
άκαρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
άκαρι
? — клещ
#
(ново)греческий словарь
—
κεκαλυμμένος
—
μεταξουργία
—
μετρημός
—
ζευζέκης
—
σιωνίστρια
—
αναζώνω
—
βοσκαριά
—
σανιδάδικο
—
εμπυΐσκομαι
—
αλλέγρος
—
ταραγμός
—
περικάλυμμα
—
συλλαβιστικός
—
ξαποσταίνω
—
περίοικος
—
παρηγορούμαι
—
μεταλλοξίδιο
—
σποδιά
—
ραβδώνω
—
φωτιστικός
—
πρωτεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве