|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εικοτολογία? — — διασταυρώνω — μποά — σίγουρος — ξάνθισμα — χωρίζομαι — βιβλιοπωλικός — επιδιόρθωση — ψένομαι — σφιγκτήρας — διαμέρισμα — δυσκατάληπτος — αγορεύω — ακοίμητος — αποδυνάμωμα — απάδω — καλιγωτής — βαριεστιμάρα — ατρομπάριστος — βρυός — πολιτιστικώς — μνησικακώ |
|||