Новогреческий словарь
αψηφοφόρητος
αψηφοφόρητ|ος
непроголосовавший
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
непроголосовавший
? —
αψηφοφόρητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αψηφοφόρητος
? — непроголосовавший
#
(ново)греческий словарь
—
σοκακιάρης
—
διαφωνώ
—
πεντάκλωνος
—
παρασπόνδηση
—
νυχτέρεμα
—
ισομεγέθης
—
υπενωμοτάρχης
—
ανθίσταμαι
—
χαρτοβιομηχανία
—
προέλευση
—
προτρεπτικός
—
ήλιος
—
καρμπόν
—
προκαταλαμβάνω
—
κοντομύτα
—
κριματισμένος
—
φουσκονεριά
—
γεβέντισμα
—
καραδοκία
—
ολοκληρωμένος
—
αμμότοπος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве