|
ο болван #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово болван? — τσεκούρας как с (ново)греческого переводится слово τσεκούρας? — болван — ανεκκαθάριστος — μωροφιλόδοξος — εκφώνηση — ψευδοκλασικισμός — ετερόσημος — ομόφρων — μυδραλλιοβολισμός — εννεαπλασίαση — αυγουστιάτικα — φιλογυνία — σκαπτικά — αγενής — αστράγγιχτος — τριγλωσσία — αρκούδας — σαγματοποιία — μετεωροσκοπικός — απόπεμψη — μεγαλόσωμος — αλληλοεξοντώνομαι — καταμόσχευσις |
|||