|
первая часть сложных слов, означ. : пепельный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пепельный? — τεφρό- как с (ново)греческого переводится слово τεφρό-? — пепельный — θυμιάτισμα — εκατοχρονίτισσα — μονόσπιτο — κόλληση — κριθαράκι — ηρεμώ — απόπιομα — αυτογένεσις — ξεκοτσάρω — φαβιανός — συνέπηξα — αδέκαρος — φουσκωμένος — τελειότητα — αποκηρυγμένος — διαχωρίζω — αλιπηγή — μηχανιστικός — υπερμέτρωψ — αντικαταστάτης — υδατογραφώ |
|||