|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τελμάτωση? — — απιστομώνω — αισίως — εξοκέλλω — διέξοδος — ξεμαλλιάζω — διορθωτικός — μόσε! — απιστιά — ιχθυοτρόφος — σαρανταποδαρούσα — ασέβαστος — διακινδυνεύω — κάθισμα — εκτοπισμός — υψίφωτον — παρένθεση — παχυντικός — δεντρόκολλα — ζουρλομανδύας — ραδιοτηλεπικοινωνία — πατήκι |
|||