Новогреческий словарь
ότου
ότου
:
μέχρις ~... или έως ~... — до тех пор
;
αφ' ~... — с тех пор, как..., с того момента как...
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ότου
? —
#
(ново)греческий словарь
—
απολιπαίνω
—
κληρονομάω
—
ανατομικά
—
οπωροπωλείο
—
ηγέτης
—
λαϊκίζω
—
αλίσκομαι
—
παιδομορφισμός
—
οινομανής
—
παραμικρός
—
άσβεστος
—
διαζύγιο
—
αράφι
—
καταγραφέας
—
μπρατίμι
—
εξότου
—
αργολόγος
—
αίμα
—
νομισματολογία
—
στρατούρι
—
ψαρότρατα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве