Новогреческий словарь
δεκατιαίος
δεκατιαίος
:
δεκατιαίος πυρετός — десятидневная лихорадка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
δεκατιαίος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
χυλώνω
—
εξεπίτηδες
—
τυλίγομαι
—
ανθοκομώ
—
απόσπερα
—
αδιασάλευτος
—
λαλιά
—
φρένιασμα
—
περισπώ
—
ακράτητα
—
ταραξίας
—
λαχανοπωλίτρια
—
ασκητεία
—
εφελκύω
—
άγνωστος
—
σκαρταδούρα
—
ισχυρότητα
—
επισκέπτρια
—
κονσέρτο
—
ανέρπω
—
σακάτευμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве