Новогреческий словарь
πίπισμα
πίπισμα
το
писк
(птичий)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
писк
? —
πίπισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πίπισμα
? — писк
#
(ново)греческий словарь
—
βοστρυχώδης
—
σοφία
—
ισοσταθμίζω
—
συμβολική
—
ωτογραφία
—
περηφανεύομαι
—
τροφεία
—
σκευοφυλάκιο
—
ενασχολώ
—
αντίθεος
—
παρακελευσματικός
—
σύμφωνα
—
απόψυξη
—
ζεστούτσικος
—
εορτινός
—
παρακέντηση
—
γλυκοχαιρέτημα
—
ρεντιγκότα
—
αστείος
—
ανακύμανση
—
μιάμιση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве