Новогреческий словарь
πατρωνάρισμα
πατρωνάρισμα
το
покровительство; шефство
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
покровительство
? —
πατρωνάρισμα
как на
(ново)греческом
будет слово
шефство
? —
πατρωνάρισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πατρωνάρισμα
? — покровительство, шефство
#
(ново)греческий словарь
—
φυγόκεντρος
—
άκατος
—
ευθύς
—
επωδή
—
αυλάκωμα
—
μαλλινίζω
—
βαλεριάνή
—
εργαλειός
—
χρωματώ
—
σακχαρολαβίδα
—
ανομοιομορφία
—
αντίφραγμα
—
στερεώνομαι
—
γαλατσόχορτο
—
γκάϊδα
—
εμπορία
—
πτελέα
—
ανδρογύναιο
—
αντισυνταγματαρχης
—
αυξητικός
—
οχτακοσαριά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве