|
το магнитометр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово магнитометр? — μαγνητόμετρο как с (ново)греческого переводится слово μαγνητόμετρο? — магнитометр — μάργωμα — βασκανθήρα — ναυτία — τροχαλία — ακροκυάνωσις — ακέντητος — ντουφέκι — απόπνιξη — άταιρος — εκτίνω — ζωόφυτο — ανέκαθεν — ιρακικός — αλαφρόστρατος — καψαλίζω — διεξέρχομαι — προσαρμοστικότητα — χάνι — κόχιασμα — διάκενο — ηφαιστειολόγος |
|||