|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πενηντάρα? — — σύμφυση — ξεκαρφιτσώνω — καζανιάζω — ρήμαγμα — λογοκόπος — μουφλούζεμα — οδοντοϊατρική — ξεσχολίζω — επίγνωση — Γ — απάντηση — χοντροκέφαλος — ανεπάγγελτος — βρεχούμενος — ξανακάνω — τσιμεντοπάσσαλος — δυσεξήγητος — βαμένος — ανεγορευω — αποσαλεύω — παράσταση |
|||