|
состоящий из двух строф #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово состоящий из двух строф? — δίστροφος как с (ново)греческого переводится слово δίστροφος? — состоящий из двух строф — γονατιστά — αποδελτίωση — κελαϊδώ — μπάκας — τρουβάς — βλοσυρά — πιπερίζω — επιγονατίδα — επιπλέω — εξάστερον — καταγράφομαι — κυβικότητα — βαθυμετρία — παρασημαντική — συνοικιακός — μαγευτικά — καύση — κατατρυπω — κατακυρίευση — γλυκόνειρεύομαι — ευκτός |
|||