Новогреческий словарь
εκόρεσα
εκόρεσα
αόρ. от κορεννύω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκόρεσα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γιάτσος
—
κάλπης
—
κουτσαβάκι
—
ενικός
—
απομυξιάζομαι
—
κληροδοσία
—
τιμιότητα
—
τοξευτής
—
ανάκρουση
—
τρέπομαι
—
τιγράκι
—
μάνιωμα
—
δηκτήρ
—
σεισμογραφία
—
λαξεύομαι
—
αυγοκάσα
—
χάνι
—
δαμάλα
—
εικοσιτετράωρο
—
εκδημία
—
ερειπωμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве