Новогреческий словарь
βαρβαρικός
βαρβαρικός
варварский
;
βαρβαρικά φύλα — варварские племена
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
варварский
? —
βαρβαρικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαρβαρικός
? — варварский
#
(ново)греческий словарь
—
συγκρούω
—
γλύκασμα
—
αμίαντο
—
φιλοτιμώ
—
γλεντζές
—
κορδώνομαι
—
πινακηδόν
—
ζωάρκεια
—
αλλοδαπή
—
βράδιασμα
—
λογύδριο
—
πετιμέζι
—
εγκωμιαστής
—
υπόδηση
—
αιμορροΐδα
—
νεκροπομπός
—
γουρουνόπετσα
—
κοπτήρας
—
αναβολισμός
—
λησταποδόχος
—
λαμπυρίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве