|
быть наёмником #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово быть наёмником? — μισθαρνώ как с (ново)греческого переводится слово μισθαρνώ? — быть наёмником — αρμοδιότητα — πονοκεφάλιασμα — σκορπώ — επανωκαμήλαυκον — χαϊδιάρα — γεωλόγος — αντίστοιχα — σούς — κατά — πρόωρος — προφυλάγω — σπίθα — εντερολογία — αραλίκι — απονέθω — προσαυξάνω — μαυρολάχανο — θεολογία — ευκολόπιστος — αρμάτα — εσώρουχο |
|||