Новогреческий словарь
γνεύσιος
γνεύσι|ος
ο мин.
гнейс
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гнейс
? —
γνεύσιος
как с
(ново)греческого
переводится слово
γνεύσιος
? — гнейс
#
(ново)греческий словарь
—
γνωστικό
—
ψευδοπάτωμα
—
πολυουρία
—
ανισοψηφία
—
τραβιουμαι
—
σφαιροβολία
—
έμπυον
—
ξοδιάστρα
—
καθίζημα
—
πλιατσικολογημένος
—
λευκοσίδηρος
—
λαθούρι
—
ντερβέναγας
—
θεματογραφία
—
αχθοφορία
—
ανεμοζάλη
—
μαγματικός
—
άδιωχτος
—
εντειχισμός
—
κατάφορτος
—
ξεκρέμασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве