|
ο клён #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово клён? — αγριοπλάτανος как с (ново)греческого переводится слово αγριοπλάτανος? — клён — ροδίζω — οικοδομάω — καύσων — πρωθιέρεια — σπειρώμαι — βλητική — κλάδος — μαντατοφόρα — συγκάηκα — βουτσέλα — ανάγρσμμα — κωλοσούσα — γουρουνομύτης — απόδαυλος — εμπλάστρωμα — διαγωνιστής — σουγιαδάκι — εγκοιλαίνω — εξήφθην — φούμισμα — σπογγάνθρακας |
|||