Новогреческий словарь
διακληρώνω
διακληρώνω
распределять по жребию
(участки земли и т. п.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
распределять по жребию
? —
διακληρώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
διακληρώνω
? — распределять по жребию
#
(ново)греческий словарь
—
απύλωτος
—
πολυχρονεμένος
—
διάχυση
—
αοριστολογία
—
σύληση
—
πορσελλάνινος
—
αλευροπάζαρο
—
ιδιαίτερα
—
λεκανοπέδιο
—
συγκυριακώς
—
οι
—
αναιρέτης
—
συντηρητικότητα
—
αλεύρωμα
—
χαμήλωμα
—
ανδραπόδιση
—
τσουκάλα
—
αρχέτυπο
—
αινιγματικότητα
—
αυγαταίνω
—
κομούνα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве