|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιδιοκτησιακός? — — αφεντικό — μεσοχείμωνο — μοιρολάτρης — μελοποιός — βρωμόγλωσσα — αισχυντηλά — φορολογώ — μισοάγριος — συντονίζω — βυζαρού — μηνυτής — φορεμένος — πύο — φιλελληνικός — χιλιοστό — ζεστός — κορακίστικα — αμυλίνη — κειμηλιάρχης — χαλκοτύμπανο — χαλασμένος |
|||