Новогреческий словарь
παλαίστρα
παλαίστρα
η 1) ист.
палестра
;
2) прям., перен.
арена
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
палестра
? —
παλαίστρα
как на
(ново)греческом
будет слово
арена
? —
παλαίστρα
как с
(ново)греческого
переводится слово
παλαίστρα
? — палестра, арена
#
(ново)греческий словарь
—
ξαδέρφι
—
προσαγωγός
—
γραία
—
πετροκερασιά
—
αψηλώνω
—
κοιτάζομαι
—
αλληλοσκοτώνομαι
—
ιδιότητα
—
αηδονολαλιά
—
αυτομετασχηματιστής
—
στραβοκάνης
—
αυτομολώ
—
αστράγαλος
—
λιανοτράγούδο
—
αποπαίδι
—
σημασιολογικός
—
κατσαρολικό
—
εκπεριστροφή
—
ραδιογράφημα
—
αιματέμετος
—
ακαμίνευτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве