Новогреческий словарь
κοντήτερα
κοντήτερα
1)
ближе
;
2)
короче
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ближе
? —
κοντήτερα
как на
(ново)греческом
будет слово
короче
? —
κοντήτερα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κοντήτερα
? — ближе, короче
#
(ново)греческий словарь
—
ανάστερος
—
εξίτηλος
—
ολάνοικτος
—
νύκτωρ
—
πρόβλημα
—
μεθήσι
—
καλαισθησία
—
πανοσιότητα
—
βλακώδης
—
παραλία
—
αλογοτόμαρο
—
μνημονική
—
δανειακός
—
δίκαυλος
—
νοστιμεύω
—
πολυκάνδηλο
—
τριχωτό
—
γλωσσάς
—
συστηματοποιημένος
—
πεπερασμένος
—
ανεμπέδωτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве