Новогреческий словарь
απλουστεύω
απλουστεύω
упрощать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
упрощать
? —
απλουστεύω
как с
(ново)греческого
переводится слово
απλουστεύω
? — упрощать
#
(ново)греческий словарь
—
γιδοτόμαρο
—
λιμοκτονία
—
αυτόχρημα
—
αφιλάδελφος
—
αφθώδης
—
χαμόγειο
—
παρακμάζω
—
ρουσούμπελη
—
συρμή
—
οκτάχρονος
—
αναφλέκτης
—
πλεκτήριο
—
φιλομαθής
—
ζερδελιά
—
κοκκαλώνω
—
αραποβλογιά
—
λιγούρεμα
—
τεμαχίζω
—
νομιμοποίητος
—
κρομμυών
—
βουτυροπωλείο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве