|
η, ο грелка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово грелка? — θερμοφόρα как с (ново)греческого переводится слово θερμοφόρα? — грелка — επόχλευση — διύγρανσίς — πτερύγιο — αμετάβλητο — μητροφονία — πικρίζω — αράπικος — τυράκι — άλυσσο — ειδώλιον — διοργάνωση — αιματοβάφω — μικροτεχνία — μασονισμός — ανεμογενής — αρχιφύλακας — αναμεράω — ξυλοκάρβουνο — βδομάδα — υδροϊώδιο — κακεντρεχής |
|||