Новогреческий словарь
σφιχτοκλειδώνω
σφιχτοκλειδώνω
крепко запирать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
крепко запирать
? —
σφιχτοκλειδώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
σφιχτοκλειδώνω
? — крепко запирать
#
(ново)греческий словарь
—
διεστώς
—
λογιστής
—
διαξιφίζομαι
—
ψαθωτός
—
έσω
—
απολουσιά
—
μαλαγανιά
—
ζωγραφομαι
—
κοστίζω
—
αντεπαναστατικά
—
διακοσιαπλάσιος
—
αμπελοκτηματίας
—
σκύλαρος
—
τσάτσα
—
πραγματογνώμονας
—
ασφαλτοστρώνω
—
πυρογραφικός
—
λογοκλοπία
—
γαλόχορτο
—
απελπισιά
—
ελατός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве