Новогреческий словарь
δούναι
δούναι
το бухг.
дебет
;
~ καί λαβείν — дебет и кредит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дебет
? —
δούναι
как с
(ново)греческого
переводится слово
δούναι
? — дебет
#
(ново)греческий словарь
—
ναυάγισμα
—
προσκυνηματάκι
—
κούρσον
—
δίλαβος
—
πεκούνια
—
ωμορφονιά
—
παρκάρισμα
—
διατύπωμα
—
κλωτσηδόν
—
διεισδυτικότης
—
μπαρουτόβολα
—
ανωμαλία
—
αλεξιπτωτίστρια
—
υδρωπικός
—
υπερπροστασία
—
κατακυρίευση
—
ψηλοκρεμαστά
—
ξενύχτιζω
—
ονομαστικά
—
λακουβίτσα
—
εύγραμμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве