|
ο баклан (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово баклан? — φαλακροκόραξ как с (ново)греческого переводится слово φαλακροκόραξ? — баклан — κρατούμενο — κηλίδωση — υδροθώραξ — εντιμότητα — φρύγω — ευμετάπειστος — διπροσωπία — όμικρον — λαβαίνω — ανθυποφροντιστής — μελάνιασμα — εμφανίσιμος — αποσταθεροποιούμαι — συνεπώς — ανετυμολόγητος — διυφαίνω — κηφήνας — κακολόγος — βαρύτης — πριονιστός — ερεθιστός |
|||