|
η бот. каркас #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово каркас? — μελικοκκιά как с (ново)греческого переводится слово μελικοκκιά? — каркас — γραμμίστρια — αμασχάλη — ρόδαξ — βρόχινος — φεβρουαριανός — αναγέρνω — ανοδικός — κνώδαλο — κινητοποιούμαι — τουλάχιστον — ηλιοστάσι — τυχαίος — αρχοντοκόριτσο — δυσκατανόητος — ελληνολατρεία — νηματοπονητικός — εμφανοτυπικός — σύνωρα — ρουτίνα — επιστόμιο — στρίφωμα |
|||