|
το сюртук #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сюртук? — σουρτούκο как с (ново)греческого переводится слово σουρτούκο? — сюртук — άρμ — α- — θερμασιά — οκτωβριανός — αμπώνω — υποστατός — αυτόβαπτος — νεωλκείον — ταχυμάθεια — μήκος — θεσιθήρας — αναξιόπιστος — φρεσκοπλυμένος — Γιουγκοσλάβα — ποσό — γλυκοκελαδίστρα — ξετάπωμα — οδοντόπονος — αποπάζαρα — υπατεία — θυλακώνω |
|||