|
ο имам #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово имам? — ιμάμης как с (ново)греческого переводится слово ιμάμης? — имам — αγριοχόρταρο — άθροισμα — ευόδωση — εκφανής — ιερακοτρόφος — γιάρι — χτίκιασμα — αντίθετο — επιχρωμίωση — αλλοιωμένος — χωμάς — παραδεκτός — υπούργημα — ολοσχερώς — χειροτερεύση — απριόρι — μέσα — πληκτροφόρο — διαπεταννύω — συγκεχυμένα — ευγραμμία |
|||