Новогреческий словарь
διασφηνούμαι
διασφηνούμαι
вклиниваться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
вклиниваться
? —
διασφηνούμαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
διασφηνούμαι
? — вклиниваться
#
(ново)греческий словарь
—
πέρκωμα
—
βρόντος
—
φρακοφορεμένος
—
τεσσαρακονταετία
—
εξαγόρασμα
—
τορευτική
—
παραπετώ
—
πινακοθήκη
—
ώμ
—
χαλνω
—
γλιγούδι
—
αραμπαδόξιλο
—
κολνω
—
αποβραδινός
—
βουλευτεια
—
ραδιογραφία
—
βρεφοκτονία
—
μεταθέτω
—
πεντακοσάρα
—
θαλασσογράφος
—
ναυτογράφος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве