|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λεμφοκυτογόνος? — — πισθάγκωνα — απολυτρωτικός — κουρέας — — εξοργίζω — φυσούνι — κολυμβητική — εντολεύς — επιστρώνω — μαστρολόϊ — μεγάλυνσις — οστεοδυνία — ξάρτι — πλατάγισμα — πρόκριση — σαρδανάπαλος — δημοτικίστρια — αφιλοθεΐα — υπέρμαχος — ουρανισκόφωνος — μαντό |
|||