Новогреческий словарь
ευθαλής
ευθαλ|ής
цветущий
;
~ λειμών — цветущий луг
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
цветущий
? —
ευθαλής
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευθαλής
? — цветущий
#
(ново)греческий словарь
—
διακανόνιση
—
ναυκληρία
—
ανάδειξη
—
αποδειχθείς
—
ναυαρχικός
—
αποτυχημένος
—
μεταδοτικότητα
—
σκέπαστρο
—
θεόσταλτος
—
σημερινός
—
λυχνείον
—
πλαδαρώς
—
εξυπαρχής
—
κορεατικά
—
διακονία
—
αστεροστάτης
—
ραβάσι
—
ταλαιπωρώ
—
αρραβωνιαστικός
—
απομακρυσμένος
—
μπαινοβγάλματα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве