Новогреческий словарь
κατευφραίνω
κατευφραίνω
(αόρ. κατηύφρανα, παθ. αόρ. κατηυφράνθην)
весьма радовать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
весьма радовать
? —
κατευφραίνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατευφραίνω
? — весьма радовать
#
(ново)греческий словарь
—
χιούτη
—
μαιευτήρας
—
ρίγα
—
φωτεινός
—
αμπελόβιος
—
παρεξηγήσιμος
—
ομιλήτρια
—
βουτυροκόμος
—
κεραία
—
ξανακοιμούμαι
—
τηλεμηχανική
—
ανεπιτηδειότητα
—
αντεξάγω
—
στεγανόποδα
—
συννέφεια
—
χορτασμός
—
ονοματικός
—
μελιτώδης
—
βιαιοπραγία
—
αρκουδεύω
—
ξεστάχυασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве