|
ο полубезработный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полубезработный? — ημιάνεργος как с (ново)греческого переводится слово ημιάνεργος? — полубезработный — μυσταγωγώ — κατάπληξη — εκριζώνω — δευτε — μαρμαρένιος — καθίζω — κειμήλιο — ντελβές — σήκωση — ευεπίδεκτος — συμπαθής — ευκατάβλητος — ψηφοφόρος — πανόραμα — σμικρoς — σουρίζω — ολιγοχρόνιος — σποδός — λιανικίός — νικητήρια — αποτρέπω |
|||