|
непостоянный, временный; ~α έργα — временные сооружения #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непостоянный? — ημιμόνιμος как на (ново)греческом будет слово временный? — ημιμόνιμος как с (ново)греческого переводится слово ημιμόνιμος? — непостоянный, временный — αναλος — ανημμένος — συνθιασώτης — αγκίδα — αρφάδι — αμάσητος — γουρούνι — τηλεσκοπικός — αναστησιά — αμεμψίμοιρος — βεληνεκές — αντιδάκτυλος — απομιμητικός — αλγεβρικός — ιεροκρατία — καλτσοβιομηχανία — φωτοχαρακτική — αυτοθιγενής — στερεοχημεία — γραμματεία — σύσσωμος |
|||