|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τοιχάκι? — — χαλυβδωμένος — ησυχασμένος — αγχιστεία — μπάστρα — πλήρης — αστόχισμα — κεράτινη — μονόλυκος — καταφορά — καθορευουσιάνος — διαγνωστικό — λίβελλος — σούτ — ποδηλατοδρόμιο — ηδονολάτρισσα — μαχήτρια — χρωματουργείο — ιδικός — αχείλος — απεργοσπάσττρια — ετερομορφισμός |
|||