|
το коровий помёт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово коровий помёт? — βούλιτο как с (ново)греческого переводится слово βούλιτο? — коровий помёт — ευτροφισμός — συλλείτουργο — καλώς — νεκράνθεμον — αμνηστία — θερμοστάτης — ψαροχώρι — καλαμποκάς — κυματοθραύστης — δεντρόφιδο — προσθαφαιρώ — κατάκρυος — ζωάνθρωπος — αχυροφάγος — δεκαδικός — χρεοπιστώνω — εναντιοφανής — γγιάζω — αναπόσπαστος — ζωντάνεμα — εγκάθειρκτος |
|||