Новогреческий словарь
κομιτατζής
κομιτατζ|ής
ο ист.
участник комитата
( комитат см. κομιτάτο)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
участник комитата
? —
κομιτατζής
как с
(ново)греческого
переводится слово
κομιτατζής
? — участник комитата
#
(ново)греческий словарь
—
μπαμπαδάκι
—
μελαψός
—
δακτυλίδι
—
ιππάριον
—
ρήση
—
ευπειθής
—
σκωληκοειδικός
—
απελπίζομαι
—
καρβουνιάρης
—
καλοδούλευτος
—
παύση
—
ιδιορρυθμία
—
σχαστηρία
—
αναπηρικός
—
αποπύρι
—
υπερσιτίζω
—
ελαφρόνοια
—
ανοίδηση
—
χαρακτικός
—
ελάτη
—
περιγενόμενοι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве