|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πνευματωδώς? — — θαμπουλίζω — ξεσυνερίζομαι — ακατάκριτος — υπερορία — σαλτάρω — ενδοσκοπία — καλαμποκάλευρο — πριχού — αποπεραίνω — εξαπλώνω — ψαράδικος — κοντόσωμος — ψέγω — κερδοσκοπία — βιλλάνος — επίτμηση — ασφήνωτος — ανεσκαμμένος — πεδικλώνομαι — προνευστάζω — δίγαμος |
|||