Новогреческий словарь
διύλισμα
διύλισμα
το
фильтрат
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фильтрат
? —
διύλισμα
как с
(ново)греческого
переводится слово
διύλισμα
? — фильтрат
#
(ново)греческий словарь
—
καλαίσθητος
—
ερημότοπος
—
εξανθράκιση
—
λαοκράτης
—
ορμώ
—
πετροκόπος
—
υπόψη
—
καταλύτης
—
σονέττο
—
μπριστόλ
—
γευστικότης
—
πυογόνος
—
ανθρακοποιώ
—
φεμινίστρια
—
αρχιγένεση
—
αμύθητος
—
εξηγήσιμος
—
μαρκαλάω
—
υποθηκοφύλακας
—
ωδή
—
ομογνώμων
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве