Новогреческий словарь
ινδολογία
ινδολογία
η
индология
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
индология
? —
ινδολογία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ινδολογία
? — индология
#
(ново)греческий словарь
—
πετροβολώ
—
αεριοστρόβιλος
—
αντέχομαι
—
καλοτυχία
—
αυτοθιγενής
—
ανθισμένος
—
κόχλος
—
σαλοτραπεζαρία
—
παρατραβηγμένος
—
ανεμόφαντος
—
απρογραμμάτιστος
—
περίζηλος
—
περιδρομιάζω
—
κουζινικά
—
φερμένος
—
αδιατρύπητος
—
εξουσιοδότηση
—
καλοπέραση
—
λάπα
—
ακωμωδήτως
—
καταφρονετός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве