Новогреческий словарь
μελισσοκομική
μελισσοκομική
η
пчеловодство
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пчеловодство
? —
μελισσοκομική
как с
(ново)греческого
переводится слово
μελισσοκομική
? — пчеловодство
#
(ново)греческий словарь
—
ταβερνίτσα
—
μηχανέλαιο
—
ρεπούμπλικα
—
στερεοσκοπικός
—
γκερίζι
—
σκοτίζω
—
δασοφύλακας
—
ωοθήκη
—
συνήθης
—
αζωτισμός
—
αλατουργείο
—
χοροστάσι
—
χαρέμι
—
επέρσι
—
ενδέκκριση
—
δυσμετάθετος
—
ολόγλυκος
—
αγιοταφίτικος
—
ψυγείο
—
αχνοφεγγιά
—
πυροβολώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве