|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово έμπειρα? — — σαγήνευση — απροετοιμασία — τετράποδος — ξεκαβαλικεύω — χαροκαίομαι — θλίβομαι — βούλιτο — κουλούρα — ορκωτός — κυτταροπαθολόγος — εκπαραθυρώνω — διανεμητικός — αναζωπύρηση — ανέκρωτος — ωσμόμετρο — ανατίναξη — τεμαχηδόν — αποκρυφιολογία — ενισχυτής — απαίνευτος — αναποχώρνστος |
|||