Новогреческий словарь
ηλεκτροφώτιστος
ηλεκτροφώτιστος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ηλεκτροφώτιστος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τρώση
—
αφιέρωμα
—
ιχθυογραφία
—
θηλασμός
—
ακατάτακτος
—
ηγουμενείο
—
συκολόγος
—
εφοδευτής
—
υποβαλλόμενος
—
βρώμιος
—
γυναικοφιλία
—
σκιερός
—
φουστανελλάς
—
σηματοδότης
—
ταυρομαχώ
—
οικονομία
—
οικοδεσπότης
—
αλειτούργητος
—
αντισμήναρχος
—
κατάπιομα
—
τυριέρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве